- μελομανία
- η страстная любовь к музыке, меломания
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
μελομανία — η η μανιώδης αγάπη για τη μουσική. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. melo manie (< μέλος + μανία). Η λ. μαρτυρείται από το 1890 στην εφημερίδα Εστία] … Dictionary of Greek
κριτική — Η νοητική ενέργεια του χαρακτηρισμού και της εκλογής και, γενικά, της κρίσης. Κοινή σε όλους τους ανθρώπους ως πρωταρχική ιδιότητα της νόησης, η κ. ασκείται σε κάθε αντικείμενο της γνώσης και, μεταξύ άλλων, στην τεχνική και στα προϊόντα των… … Dictionary of Greek